Απαντήσεις σε συνήθεις ερωτήσεις

CDS

Ορισμένες χώρες εξετάζουν το ενδεχόμενο θέσπισης νομοθετικών διατάξεων, προτιμήσεων προμήθειας και περιορισμών εισαγωγής. Για περισσότερες λεπτομέρειες, μπορείτε να απευθύνεστε στα νομοθετικά όργανα της κάθε χώρας.

Η ασφάλεια των τραπεζογραμματίων επιτυγχάνεται μέσω μιας σειράς συμπληρωματικών χαρακτηριστικών ασφαλείας, σε συνδυασμό με την επαγρύπνηση του κοινού, το οποίο καλείται να ελέγχει κάποια εμφανή χαρακτηριστικά ασφαλείας. Οι αρχές έκδοσης τραπεζογραμματίων κάθε χώρας διαθέτουν ένα πρόγραμμα για την αποτροπή της παραχάραξης και έχουν την αρμοδιότητα να αποφασίζουν ποια είναι τα καταλληλότερα χαρακτηριστικά ασφαλείας για τα τραπεζογραμμάτιά τους. Το CDS είναι ένα από τα επίπεδα ασφαλείας που οι αρχές έκδοσης μπορούν να χρησιμοποιούν για την αποτροπή της ψηφιακής παραχάραξης.

Αν και η έκταση της χρήσης Η/Υ και εργαλείων ψηφιακής απεικόνισης για την παραχάραξη τραπεζογραμματίων διαφέρει από χώρα σε χώρα, η τεχνολογική πρόοδος καθιστά ευκολότερη την παραχάραξη από ό,τι στο παρελθόν. Μολονότι, συνολικά, το επίπεδο της παραχάραξης παραμένει χαμηλό, η CBCDG αποσκοπεί στην αποτροπή της χρήσης ψηφιακής τεχνολογίας για την παραχάραξη τραπεζογραμματίων και στην προστασία της ασφάλειας των τραπεζογραμματίων.

Οι σημαντικότερες εταιρίες παραγωγής υλικού εξοπλισμού και λογισμικού έχουν υιοθετήσει εθελοντικά το CDS, αναγνωρίζοντας πόσο επιζήμια μπορεί να αποβεί η κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων για τους πελάτες τους και για το ευρύ κοινό.

Οι καταναλωτές δεν θα παρατηρήσουν καμία διαφορά στην απόδοση των προϊόντων Η/Υ που είναι εξοπλισμένα με το CDS. Οι εκπρόσωποι της CBCDG συνεργάζονται με εταιρείες παραγωγής υλικού εξοπλισμού και λογισμικού, ώστε να διασφαλίζουν ότι το CDS δεν επηρεάζει αισθητά την απόδοση των προϊόντων τους.

Όχι. Το CDS αναπτύχθηκε με αποκλειστικό σκοπό να εμποδίζει την παράνομη αναπαραγωγή τραπεζογραμματίων από Η/Υ και εργαλεία ψηφιακής απεικόνισης. Το CDS δεν εντοπίζει μεμονωμένους χρήστες Η/Υ ή εργαλείων ψηφιακής απεικόνισης. Τα αποτελέσματα ελέγχου που διενεργήθηκε στο CDS από ανεξάρτητο φορέα επιβεβαιώνουν ότι το CDS σε καμία περίπτωση δεν παρεμβαίνει στην ιδιωτική ζωή των ατόμων.

Το Σύστημα Αποτροπής της Παραχάραξης (Counterfeit Deterrence System - CDS) αποτελείται από τεχνολογίες κατά της παραχάραξης που εμποδίζουν την επεξεργασία ή αναπαραγωγή εικόνων προστατευμένων τραπεζογραμματίων από Η/Υ και εργαλεία ψηφιακής απεικόνισης. Το CDS εμποδίζει την παράνομη αναπαραγωγή τραπεζογραμματίων και προστατεύει ιδιώτες και επιχειρήσεις από τις απώλειες που θα είχαν αν γίνονταν αποδέκτες πλαστών τραπεζογραμματίων.

CBCDG

Οι τεχνολογίες κατά της παραχάραξης που υποστηρίζονται από τη CBCDG αποτρέπουν την ψηφιακή παραχάραξη και, εμποδίζοντας την παραγωγή πλαστών τραπεζογραμματίων, μειώνουν τις απώλειες ιδιωτών και επιχειρήσεων που θα μπορούσαν να γίνουν αποδέκτες τέτοιων τραπεζογραμματίων.

Η παραχάραξη αποτελεί ποινικό αδίκημα. Τα πλαστά τραπεζογραμμάτια δεν έχουν καμία αξία.

Αν και οι συνολικές οικονομικές απώλειες που συνεπάγεται για την κοινωνία είναι σε γενικές γραμμές περιορισμένες, αυτοί που πλήττονται περισσότερο είναι οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις, καθώς δεν προβλέπεται καμία αποζημίωση για όσους δέχονται πλαστά τραπεζογραμμάτια. Τα πλαστά χρήματα μπορούν επίσης να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη στο σύστημα πληρωμών, δημιουργώντας αβεβαιότητα στο κοινό όσον αφορά την αποδοχή μετρητών στις συναλλαγές.

Οι κεντρικές τράπεζες αποτρέπουν την παραχάραξη σχεδιάζοντας και εκδίδοντας καλά προστατευμένα τραπεζογραμμάτια, καθώς και ενημερώνοντας σχετικά το κοινό, με στόχο τον περιορισμό των απωλειών που μπορούν να υποστούν οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις από την αποδοχή πλαστών τραπεζογραμματίων.

Η Ομάδα Κεντρικών Τραπεζών για την Αποτροπή της Παραχάραξης (Central Bank Counterfeit Deterrence Group - CBCDG) είναι μια ομάδα 32 κεντρικών τραπεζών και αρχών αρμόδιων για την εκτύπωση τραπεζογραμματίων, η οποία συγκροτήθηκε έπειτα από αίτημα των διοικητών των κεντρικών τραπεζών της Ομάδας των 10 (G10). Αποστολή της είναι να διερευνά νέες απειλές για την ασφάλεια των τραπεζογραμματίων και να προτείνει λύσεις προς εφαρμογή από τις αρχές έκδοσης τραπεζογραμματίων.

Η CBCDG υποστηρίζει και αναπτύσσει τεχνολογίες που αποτρέπουν τη χρήση ψηφιακού εξοπλισμού για την παραχάραξη τραπεζογραμματίων.

Οι 32 κεντρικές τράπεζες μέλη της προέρχονται από τις ακόλουθες 31 χώρες: Αυστραλία, Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ελβετία, Ελλάδα, Εσθονία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Καναδά, Κύπρο, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Νορβηγία, Ολλανδία, Ουγγαρία, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβακία, Σλοβενία, Σουηδία, Τουρκία, Τσεχική Δημοκρατία, Φινλανδία. Μέλος είναι και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Οι διοικητές της Ομάδας των 10 αντιπροσωπεύουν τις κεντρικές τράπεζες των ακόλουθων 11 χωρών: Βελγίου, Γαλλίας, Γερμανίας, Ελβετίας, Ηνωμένου Βασιλείου, ΗΠΑ, Ιαπωνίας, Ιταλίας, Καναδά, Ολλανδίας, Σουηδίας.

Anti-counterfeiting technologies supported by the CBCDG deter digital counterfeiting and, by preventing the production of counterfeit banknotes, reduce the losses to any individuals and businesses that might receive them.  

The counterfeiting of currency is a crime. Counterfeit banknotes have no value.

While the overall economic losses to society are generally limited, the victims who suffer the most harm are individuals and businesses that receive counterfeit currency, because no one reimburses those who accept counterfeit notes. Counterfeiting currency can also undermine confidence in the payment system, making the public uncertain about accepting cash for transactions.   

Central banks deter counterfeiting by designing and issuing well-protected banknotes, and educating the public about them, to limit the losses that individuals and businesses can suffer from accepting counterfeit currency.